Την περασμένη Παρασκευή επιμελήθηκα προσωπικά το ρεπορτάζ που φιλοξενήσαμε στο Pressing.gr σχετικά με την έναρξη πληρωμών της Αποζημίωσης Ειδικού Σκοπού των εργαζομένων που βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό, κατέγραψα αρχικά την μάταια αναμονή του κόσμου στις ουρές ως το μεσημέρι, αλλά και το γεγονός ότι από νωρίς το απόγευμα άρχισαν να φαίνονται τα χρήματα στους λογαριασμούς, τονίζοντας φυσικά ότι το περιβόητο και πάλι 800άρι αφορά στο σύνολο του μήνα Νοεμβρίου κι όχι στην πλειοψηφία που πληρώθηκε με 640€, καθώς το ευρύ lockdown ξεκίνησε στις 7/11.
Υπενθυμίζοντας και εδώ ότι όσοι δούλεψαν την πρώτη εβδομάδα του μήνα που μας αποχαιρετά σήμερα, θα πρέπει να την πληρωθούν κανονικά απ’ τον εργοδότη τους αναλογικά με τον πραγματικό τους μισθό, θα συμπληρώσω ότι οι ίδιες αναλογίες ισχύουν από αύριο και για τον Δεκέμβριο.
Για παράδειγμα, όσοι παραμείνουν π.χ. σε αναστολή ως τις 14/12, για το πρώτο αυτό 15νθήμερο του μήνα θα εισπράξουν απ’ το κράτος μέσες άκρες κανένα 400άρι, που αναλογεί στο ήμισυ της μηνιαίας Αποζημίωσης Ειδικού Σκοπού των 800€!
Εκεί λοιπόν που τα ‘ψαχνα και τα ‘γραφα όλα αυτά, δέχθηκα δύο διαφορετικού τύπου αλλά αντίστοιχου περιεχομένου ερωτήσεις:
- Μα καλά, είναι σωστό να παίρνει 800€ ο ημιαπασχολούμενος, 800€ κι ο υψηλόμισθος των 1.500€;
- Μα καλά, είναι σωστό να παίρνει 800€ αυτός που κάθεται κι εγώ να δουλεύω με τον βασικό;
Ασφαλώς και δεν είναι σωστό, λέει η προφανής απάντηση. Εξίσου μάλιστα προφανής, είναι και η ορθότητα της πρότασης που ακολούθησε και από τους δύο φίλους που έθεσαν τα παραπάνω ερωτήματα:
«Δεν θα ‘ταν πιο δίκαιο να δίνεται ως αποζημίωση είτε ο κανονικός μισθός, είτε ένα ποσοστό του, όπως για παράδειγμα το 75% που δίνει η Γερμανία»;
Ασφαλώς – απάντησα επίσης – αλλά εδώ είναι Ελλάδα, ακούγοντας την ίδια στιγμή στην τηλεόραση υπουργό της κυβέρνησης να κορδώνεται που η λογική της οριζόντιας πληρωμής με τα ίδια ποσά, ενισχύει τους οικονομικά αδύναμους καθώς «κάποιος που δουλεύει κάπου ακόμα και δίωρος, έχει κατά πολύ μεγαλύτερες απολαβές».
Ένα δάκρυ κύλησε στα μάτια μου απ’ τη συγκίνηση μεν, αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά τα παράλογα που συμβαίνουν δεν πρόκειται να με πείσουν, δε!
Κι εξηγούμαι:
Μπορεί τους Έλληνες κυβερνώντες των τελευταίων κάμποσων χρόνων να τους θεωρώ ανεπαρκείς, μικρούς, αλλά ποτέ δεν έκανα το σφάλμα να τους πιστέψω κι ως εκ τούτου να τους θεωρήσω είτε υπερευαίσθητους για το λαό, είτε ηλίθιους…
Αυτό κρατάει από τότε που παίρνονταν ένα μετά το άλλο τα μέτρα που με μαθηματική ακρίβεια χτυπούσαν ελεύθερους επαγγελματίες και ιδιοκτησία, ήταν πολλοί εκείνοι που απορούσαν: «Μα καλά, ηλίθιοι είναι; Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι θα μας κλείσουν;» ή «Μα καλά, θα πληρώνουμε ενοίκιο στο ίδιο μας το σπίτι;» και άλλα συναφή.
Μα καλά – απαντούσα – στ’ αλήθεια τους περνάτε για ηλίθιους; Δεν ακούσατε κανείς σας πως κατά το γερμανικό, άρα και ευρωπαϊκό οικονομικό πρότυπο, τα μεγάλα ποσοστά αυτοαπασχόλησης και ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα αποτελούν στρέβλωση του συστήματος; Τι δεν καταλαβαίνετε;
Αντίστοιχα λοιπόν, απαντάω και τώρα…
Στ’ αλήθεια μπορεί να τρώτε το παραμύθι της ευαισθησίας ή της ηλιθιότητας; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι με τόση μαύρη εργασία ακόμα στην Ελλάδα, με δίωρους που δουλεύουν οκτάωροι και με τετράωρους που χτυπάνε δωδεκάωρα και τους οποίους άπαντες γνωρίζουν αλλά κάνουν τα στραβά μάτια, άρα με μηδαμινούς φανερούς μισθούς, η αποζημίωση ενός ποσοστού θα σκόρπιζε στον τόπο πραγματική πείνα;
Μοιραία τότε, ο δίωρος με επίδομα το 75% των 150€ του δηλωμένου μισθού του, ο τετράωρος με το 75% των 300€ του δηλωμένου μισθού του και οι άνεργοι του επιδόματος των 440€ και κάτω, χωρίς προέκτασή του, δεν θα ‘χαν άλλη επιλογή απ’ το να βγουν στο δρόμο, να διαδηλώσουν, να διαμαρτυρηθούν και να διεκδικήσουν με οποιονδήποτε θεμιτό κι αθέμιτο τρόπο την μοίρα στον ήλιο τους…
Ενώ τώρα, με καύχημα το 800άρι, η κυβέρνηση έχει όσο γίνεται πιο ήσυχο το κεφάλι της απ’ την «πλέμπα», ξέροντας καλά πως δεν πρόκειται να την ενοχλήσουν σοβαρά όσοι ήσυχοι νομοταγείς πολίτες λένε κι ευχαριστώ για το βασικό 600άρι στην καλύτερη κι όσοι βολεμένοι σε μισθολόγια άνω των 1.500€ ακόμα και στα χρόνια της κρίσης, έχουν κάνει την ελάχιστη καβάντζα ώστε να μην κινδυνεύουν να πεινάσουν και φυσικά, να μην πάρουν χαμπάρι γιατί υπάρχει εξαγριωμένος κόσμος που βγαίνει ενίοτε στους δρόμους!
Το ερώτημα ωστόσο που εγώ θέλω να κάνω ως κατακλείδα σ’ όλα αυτά είναι το εξής:
Πότε θα καταλάβουν όλοι αυτοί ταυτόχρονα ότι είναι θύματα, με διαφορετικούς τρόπους, της ίδια ακριβώς πολιτικής οπτικής και πότε θ’ αποφασίσουν να κάνουν κάτι γι’ αυτό όλοι μαζί;