“Σήμερα, πρώτη του Φλεβάρη, κλείνουν δυο χρόνια χωρίς τον Θανάση – τον Θανάση Ψάλτη, παιδικό μου φίλο και παντοτινό μου σύντροφο. Δεν έχω να πω άλλο από την θλίψη και την απώλεια κι ένα κόμπο που δένει το λαιμό μου.
Πες μνημόσυνο, πέστο κουβεντούλα του Αλλου Κόσμου θέλω να σηκώσω ξανά τον χαιρετισμό που του έγραψα όταν τον έχασα. Να με συγχωρέσουν οι φίλοι μου που βαραίνω την σημερινή συννεφιά…
Ποιος Θανάσης;
Ο Θανάσης Ψάλτης, ένα λιπόσαρκο παιδί από την Κρανιά Ολύμπου, με πύρινα μάτια και σιδερένια θέληση, με πατέρα χτυπημένο από τον καρκίνο και μάννα σχεδόν τυφλή…
Ο Θανάσης Ψάλτης αστραφτερό μυαλό στο Γυμνάσιο της Λάρισας, με την πρώτη στην Νομική Αθήνας, αλλά χωρίς λεφτά για να νοικιάσει σπίτι, στην αγκαλιά των φίλων του, έξη μήνες από εδώ, τρείς μήνες από εκεί, δουλεύοντας πορτιέρης σε μαγαζιά της νύχτας, «Τα Χρυσά Κλειδιά» του Γιώργου Μητσάκη , τον «Σκορπιό» του Κώστα Χατζή, παλεύοντας ωστόσο νικηφόρα στις σπουδές του και στις διαδηλώσεις του 65-67, πάντοτε λιπόσαρκος, αλλά ακατάβλητος…
Ο Θανάσης Ψάλτης, αγαπημένος ανθρώπων της νύχτας και του φωτός, όπως ο Ποιητής Θωμάς Γκόρπας, η μουσικός και παραγωγός Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου, οι παλιοί ρεμπέτες Κηρομύτης, Μπαγιαντέρας, Ρόζα Εσκενάζυ, που αυτός τους σήκωσε από τις χαμοκέλλες του Πειραιά και τους έβαλε να ξανατραγουδήσουν στην Πλάκα, αυτός ο «μαύρος» κοκκαλιάρης νεαρός, λατρεμένος φίλων και ωραίων γυναικών και πάνω απ’ όλα της καλής κι αγαπημένης του Μυρτώς…
Ο Θανάσης Ψάλτης, που αφού πέρασε δια πυρός και σιδήρου, μέσα από την σκληρή και φωτεινή όψη της Αθήνας, δεν άντεξε στην πολιορκία των παιδικών του ερώτων και τα τίναξε όλα στην αέρα, γυρίζοντας με την Μυρτώ του κι ένα 500ράκι Φίατ, στις πλαγιές του Ολύμπου, στην μήτρα του χωριού του, στην Κρανιά.
Ο Θανάσης Ψάλτης, Πρόεδρος στην Κοινότητα της Κρανιάς, αλλά και μαχητικός και πολύστροφος δικηγόρος στην Λάρισα, με την κοκκαλένια και απέραντη αγκαλιά του να χωράει από τους παιδικούς φίλους του μέχρι τους γοητευμένους πελάτες και ομότεχνους του και πάνω από όλα, στο κέντρο της, εκεί που διατηρούσε πάντοτε μια φωτεινή εστία πάθους να γαλουχεί τον Αντώνη, τον Αντώνη, τον κλώνο του…
Αυτός λοιπόν ο Θανάσης («Ποιος Θανάσης;»), μας άφησε προχθές, την 1η του Φλεβάρη, στις 8 το βράδυ, την ώρα που έπεφτε η νύχτα πάνω στα βασιλεμένα μάτια του, αυτός ο Θανάσης «πήρε τ’ όπλο του…» και κυνηγάει τώρα Ονειρα στην άλλη, την αθέατη πλαγιά του Ολύμπου”.
Vaios Karagiannis