Πρόκειται ουσιαστικά για τον πρώτο δίωρο κύκλο του αφιερώματος του Pressing 90.1 στον μεγάλο Στέλιο Καζαντζίδη, με αφορμή την συμπλήρωση είκοσι χρόνων από τον θάνατό του.
Καλή ακρόαση και ραντεβού με Tsoumbox by night την ερχόμενη Πέμπτη 16/09:
Και λίγα λόγια για τον Στέλιο:
Τον πρώτο του δίσκο με το τραγούδι «Για μπάνιο πάω κι αν θέλεις έλα» του Απ. Καλδάρα, τον φωνογράφησε το 1952. Ήταν ένα τραγούδι γραμμένο για τον καύσωνα που επικρατούσε εκείνο το καλοκαίρι στην πρωτεύουσα. Ο δίσκος δεν πούλησε γιατί, όπως λέγεται, μιμήθηκε τη φωνή του Πρόδρομου Τσαουσάκη. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε με το δεύτερο δίσκο του, με τις «Βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου. Με τη στήριξη του μεγάλου αυτού λαϊκού συνθέτη βαδίζει στο δρόμο της επιτυχίας, ενώ εμφανίζεται σε διάφορα λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε γνωρίζει και την Καίτη Γκρέυ, με την οποία ερμήνευσαν το «Απόψε φίλα με» του Μανώλη Χιώτη (1956), ενώ στα τέλη του ίδιου χρόνου γνωρίζει στη Θεσσαλονίκη την Μαρινέλλα και συνεργάζεται μαζί της. Τραγουδούν σε δίσκους, κέντρα, θέατρα, στην Ελλάδα και το εξωτερικό: από την «Τριάνα» στο «Κάρνεγκι Χολ» της Ν. Υόρκης και από τον «Κουλουριώτη» στην ´Οπερα της Φραγκφούρτης.
Οι επιτυχίες εκατοντάδες, οι προτάσεις έρχονταν από παντού. Μαζί καθιερώνουν ένα νέο στιλ στο πάλκο και τη δισκογραφία και στα χρόνια που ακολουθούν μέχρι το 1965 βρίσκονται στο προσκήνιο, ερμηνεύοντας τραγούδια όλων των μεγάλων δημιουργών της εποχής, των Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Χιώτη, Μητσάκη, Καλδάρα, Παπαγιαννοπούλου, Δερβενιώτη, Βίρβου κ.ά. Σ’ αυτή την περίοδο, ο Καζαντζίδης γράφει και κάποια δικά του τραγούδια. Οι επιτυχίες αμέτρητες. Το δισκάκι 45 στροφών με το «Δυό πόρτες έχει η ζωή», στη μιά πλευρά και τη «Μαντουμπάλα» στην άλλη, πούλησε μέσα σε μία χρονιά (το 1959), 96 χιλιάδες αντίτυπα, σπάζοντας το ρεκόρ των 45.000 που είχε ως τότε το «Γαρίφαλο στ’ αυτί» των Χατζιδάκι – Σακελλάριου. Οι πωλήσεις, μάλιστα, παρέμειναν σε υψηλό επίπεδο για ακόμα 7 – 8 χρόνια.
Σταθμοί στην πορεία του Στ. Καζαντζίδη και της Μαρινέλλας υπήρξαν οι συνεργασίες τους με τους «έντεχνους» δημιουργούς. Μοναδικές είναι οι ερμηνείες τους στην «Καταχνιά» του Χρήστου Λεοντή (σε στίχους Κώστα Βίρβου). Ανάλογες και στην «Πολιτεία» του Μ. Θεοδωράκη με διαχρονικά τραγούδια. Το 1962, για τις ανάγκες της παράστασης «Ομορφη πόλη» του Μ. Θεοδωράκη, σε κείμενα Μποστ, στο Θέατρο «Παρκ» της λεωφόρου Αλεξάνδρας, έσμιξαν για πρώτη και τελευταία φορά στο ίδιο μικρόφωνο οι φωνές του Στ. Καζαντζίδη και του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Το 1974 ηχογράφησε το έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Στην Ανατολή». Περιελάμβανε σπουδαία τραγούδια, που όμως δεν ακούστηκαν όσο θα έπρεπε.
Ξεχωριστό και ένα από τα πιό αγαπημένα της ελληνικής δισκογραφίας γενικά, ήταν το τραγούδι «Δε θα ξαναγαπήσω» των Μάνου Λοΐζου – Λευτέρη Παπαδόπουλου, που ο Καζαντζίδης ερμήνευσε απαράμιλλα. Από το 1987, όπου ο Καζαντζίδης -μετά από ακούσια αποχή εντεκάμισι χρόνων- συμμετέχει πάλι ενεργά στα μουσικά πράγματα,, μέχρι τελευταία, η καλλιτεχνική του δραστηριότητα ήταν συνδεδεμένη με τις ηχογραφήσεις δίσκων. Ξεχωριστή ήταν η ερμηνεία του με τους Χ. και Π. Κατσιμίχα στο τραγούδι του Αντώνη Βαρδή «Στην Ελλάς του 2000».
Την τελευταία πενταετία τραγούδησε έργα σε ποντιακή γλώσσα, που αγαπήθηκαν από τον Ποντιακό Ελληνισμό. Τελευταίο τραγούδι που ερμηνεύει, λίγους μήνες πριν εισαχθεί στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, είναι το «Έρχονται χρόνια δύσκολα» και τον δίσκο αυτό, που ήταν και το κύκνειο άσμα του καλλιτέχνη, τον προλογίζει απευθύνοντας χαιρετισμό στους θαυμαστές του. Έφυγε από τη ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Πηγή: atexnos.gr