Με αφορμή το κρούσμα που εντοπίστηκε σε οικισμό Ρομά και τον τρόπο αντιμετώπισης της κατάστασης, ο δήμαρχος Λάρισας κ.Απόστολος Καλογιάννης φιλοξενήθηκε σήμερα από τον Χρήστο Τσούμαρη στην εκπομπή «Pressing στην Επικαιρότητα», όπου συζητήθηκαν διάφορα θέματα, μεταξύ των οποίων και η οικονομική κατάσταση που διαμορφώνεται στους δήμους μέσα από την πανδημία.
Κατ’ αρχάς, ο κ.Καλογιάννης επιβεβαίωσε προηγούμενη δήλωση του κ.Παϊτέρη στον σταθμό, πως το κρούσμα δεν εντοπίστηκε μέσα στο συνοικισμό της Ν.Σμύρνης, αλλά σε παράπλευρο οικισμό Ρομά και συνέχισε πως «πάντα φοβόμασταν τις ιδιαιτερότητες στους οικισμούς αυτούς, γι’ αυτό και εδώ και 15 μέρες κάνουμε συνεχώς απολυμάνσεις και άλλες παρεμφερείς δράσεις στο σύνολο της συνοικίας, σε δρόμους και αυλές, για να περιορίσουμε τις πιθανότητες προσβολής και διασποράς. Αναφορικά με το συγκεκριμένο περιστατικό, χθες το πρωί γινόταν σχεδιασμός μαζικών τεστ, αλλά μιλήσαμε με τον ΕΟΔΥ και μέσω του προέδρου με τον ίδιο τον κ.Τσιόδρα. Έτσι, από νωρίς σήμερα το πρωί βρέθηκαν εκεί κλιμάκια του ΕΟΔΥ με επικεφαλής τον καθηγητή επιδιμιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ.Χατζηχριστοδούλου, για λεπτομερή ιχνηλάτηση, για να δούμε μέσω αυτής και των τεστ που θα γίνουν, αν και ποια ακριβώς είναι η διασπορά στον συγκεκριμένο οικισμό. Η ακριβής αξιολόγηση του περιστατικού λοιπόν, θα προσδιορίσει και τις επόμενες κινήσεις. Αν θα πάμε δηλαδή ή όχι σε περισσότερα τεστ. Έχει επιληφθεί πλέον ο ΕΟΔΥ και έχει εμπλακεί η διεύθυνση Υγείας της Περιφέρειας με επόπτες δημόσιας Υγείας, για την ακριβέστερη καταγραφή του περιβάλλοντος του συγκεκριμένου ανθρώπου κι ελπίζω όλα να πάνε καλά».
Τι γίνεται όμως περαιτέρω με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες που και οι ίδιοι Ρομά επισημαίνουν στην προσπάθεια που γίνεται για να πειθαρχήσουν και να μείνουν σπίτι; Όπως τονίζει ο δήμαρχος Λαρισαίων, «μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα θα εξελιχθεί μια μεγάλη προσπάθεια διανομής υλικών καθαρισμού και προστασίας σε όλη την πόλη, θα γίνει και η διανομή των τροφίμων του ΤΕΒΑ, οπότε φροντίσαμε να συμπεριλάβουμε στη διαδικασία και την συγκεκριμένη κοινότητα στο σύνολό της. Από κει και πέρα, μιλάμε για μια περιοχή έτσι κι αλλιώς με υπερπληθυσμό, ο οποίος αυξήθηκε με το σταμάτημα του μικροεμπορίου και την παραμονή οικογενειών στα σπίτια, με συνέπεια να ‘χουμε πολλές οικογένειες που διαμένουν μαζί και σπίτια με 15-20 και παραπάνω άτομα, γεγονός που δεν συνάδει με το πνεύμα των μέτρων. Όλα προσπαθούμε να τα λάβουμε υπόψη στο μέτρο του δυνατού».
Για το αν επί των συγκεκριμένων κοινοτήτων υπάρχει ιδιαίτερη μέριμνα από την πολιτεία, σ’ αυτή τη συγκυρία, ο κ.Καλογιάννης απάντησε: «Η μέριμνα της πολιτείας αφορά το πλαίσιο στο οποίο δρούμε έτσι κι αλλιώς, καθώς πάντα οι δήμοι είναι στην πρώτη γραμμή. Οι κυβερνήσεις παίρνουν μέτρα, τα οποία καλούνται να εφαρμόζουν οι δήμοι, χωρίς δυστυχώς τα κατάλληλα κονδύλια. Συμφωνήσαμε μάλιστα στην ΚΕΔΕ για τα υπέρογκα έξοδα και τις τεράστιες απώλειες εσόδων που προκύπτουν σ’ αυτό το διάστημα και πιέζουμε όλοι οι δήμοι για ένα γενναίο πρόγραμμα στήριξης της αυτοδιοίκησης εντός της χρονιάς αυτής, γιατί δεν σας κρύβω πως ανησυχούμε ότι βμπορεί ακόμη και 200 δήμοι ν’ αναγκαστούν να βάλουν λουκέτο. Δεν βγαίνουν πέρα, ούτε λύνεται το πρόβλημα των εξόδων και των λοιπών απωλειών με δάνεια και ό,τι άλλο συζητείται».
Τέλος, σχετικά με την σύμπνοια που εγγυήθηκε προ ημερών στην ίδια εκπομπή η κ.Καραλαριώτου, ο δήμαρχος Λαρισαίων είπε πως «ο δήμος έχει φουλ τις μηχανές, σε καθαριότητα, κοινωνική πολιτική και όπου αλλού έχει την δυνατότητα, όπως ας πούμε με την δημιουργία site για την ενημέρωση και τη δημιουργική απασχόληση του κόσμου στο σπίτι. Όταν κάλεσα λοιπόν τους επικεφαλής των άλλων παρατάξεων να τους ενημερώσω, αλλά και στο Δημοτικό Συμβούλιο που κάναμε με τηλεδιάσκεψη την προηγούμενη Τρίτη, άκουσα και τις προτάσεις τους κι ομολογώ κι εγώ την σύμπνοια που μας διακατέχει αυτή τη στιγμή. Κι ότι αυτό πρέπει να ‘ναι το πνεύμα και το μήνυμα προς τα έξω. Πως ό,τι γίνεται είναι δουλειά της δημοτικής αρχής αλλά όλου του συμβουλίου. Το ίδιο κλίμα βλέπω και στην ΚΕΔΕ και στις επαφές με την κυβέρνηση. Ναι στα κρίσιμα σημεία φαίνεται πως μπορούμε να λειτουργούμε με σύμπνοια. Το ζήτημα πλέον είναι να την βρούμε και στην υπόλοιπη πολιτική ζωή».