Λίγες ημέρες μετά την επισημοποίηση της αποχώρησής του από την ενεργό δράση και πριν συμπληρωθούν 24 ώρες από την γνωστοποίηση της μεταπήδησής του στον χώρο της προπονητικής, ο Βαγγέλης Μόρας, ένας εκ των κορυφαίων πρεσβευτών του λαρισινού ποδοσφαίρου όλων των εποχών, εντός κι εκτός συνόρων, βρέθηκε στο στούντιο του Pressing 90.1 για μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, που προσπάθησε σε ένα 90λεπτο περίπου, όσο διαρκεί ένας αγώνας, να χωρέσει 22 χρόνια χρυσής καριέρας.
Συνέντευξη – Κείμενο: ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΟΥΜΑΡΗΣ
Καλεσμένος του Χρήστου Τσούμαρη στην εκπομπή Tsoumbox, ο οποίος τον γνωρίζει και τον παρακολουθεί από τα πρώτα βήματα της ποδοσφαιρικής του διαδρομής στον Α.Ο.Αμπελοκήπων και με προίκα
- καμιά 500αριά επαγγελματικές συμμετοχές σε διαφορετικές κατηγορίες τριων διαφορετικών χωρών, αλλά και
- κάπου 50 συμμετοχές στα εθνικά συγκροτήματα, οι μισές εκ των οποίων στην Εθνική Ανδρών, που του χάρισε μεταξύ άλλων και την εμπειρία του Μουντιάλ, είναι προφανές ότι ο υψηλόσωμος
- πρώην αρχηγός της Μπολόνια, της Ελλάς Βερόνα, αλλά και της ΑΕΛ,
δεν είχε την παραμικρή αναστολή να μιλήσει όπως ακριβώς αισθάνεται και να πει τα πράγματα όπως ακριβώς τα έζησε και τα αντιλαμβάνεται…
Μίλησε λοιπόν με νοσταλγία για την εποχή που υπήρξε συμπαίκτης με τον αδικοχαμένο αδερφό του, Δημήτρη, στον Α.Ο.Αμπελοκήπων, αλλά και για τον αστικό μύθο που θέλει τον «Τάκη», όπως τρυφερά τον αποκάλεσε, να ήταν μεγαλύτερο ταλέντο από τον ίδιο!!!
«Ήταν σίγουρα πιο έτοιμος από εμένα εκείνη την εποχή – είπε – αλλά τον πήγαν πίσω τα προβλήματα που άρχισαν να εμφανίζονται με την υγεία του. Κάναμε TKD σε υψηλό επίπεδο κι ήμασταν ταυτόχρονα και οι δύο καλοί αθλητές. Το φιλικό που είχαμε κάνει εκείνη την εποχή με την ΑΕΛ ήταν για να δουν εκείνον, αλλά ο τότε προπονητής της ΑΕΛ, ο Λίτσανιν, με εντόπισε κι ήθελε να με κάνει αμυντικό χαφ».
Αναφερόμαστε φυσικά στην έναρξη της περιόδου Μπατατούδη και τον ερχομό του Βαγγέλη στους «βυσσινί» το καλοκαίρι του ’99, την ιδιαίτερη ψιλόλιγνη παρουσία του ως φορ και την τελευταία του τυχαία συμμετοχή ως στόπερ λίγο πριν το καλοκαίρι του 2001, οπότε αναγκάστηκε, όπως και άλλοι, να κάνει προσφυγή για να μείνει ελεύθερος…
«Ακούσαμε πολλά τότε – λέει χαρακτηριστικά – αλλά είχαμε όνειρα και προοπτικές και δεν υπήρχε κάποιος στην ομάδα να εγγυηθεί κάτι και να μας πει, έχουμε αυτό το πλάνο για την ανάκαμψη της ομάδας και το στηρίζουμε εκεί. Ήταν όλα στον αέρα. Έτσι κάναμε προσφυγή με βαριά καρδιά και μόνο για να μείνουμε ελεύθεροι», κατέληξε, εξυμνώντας την βοήθεια που του έδωσε τότε ο Γιάννης Αλεξούλης, αλλά και την στήριξη που είχε απ’ τον Σούλη Παπαδόπουλο στην Προοδευτική, όπου και καθιερώθηκε ως κεντρικός αμυντικός.
«Είμαι ΑΕΛ απ’ τα γεννοφάσκια μου – εξομολογείται – και δεν έχω να αποδείξω τίποτα σε κανέναν, αλλά δεν μπορώ να μην αγαπώ και να μη σέβομαι όσα μου έδωσαν και οι μετέπειτα ομάδες μου, η ΑΕΚ στον ελληνικό χώρο κι έπειτα κυρίως η Μπολόνια και η Βερόνα, που μ’ έκαναν να αισθάνομαι σημαντικός κι έφτασαν να μου εμπιστευτούν ακόμα και το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Τα σύντομα περάσματα από άλλες ομάδες ενδιάμεσα ή μετέπειτα απ’ την Μπάρι, ήταν σύντομα ακριβώς γιατί δεν αισθανόμουν άνετα στο περιβάλλον τους. Κι έκλεισα έντιμα τις συνεργασίες αυτές (Σουόνσι, Τσεζένα), γιατί απ’ τη φύση μου ήμουν άνθρωπος που ήθελα να νιώθω οικεία και να στεριώνω στις ομάδες. Γι’ αυτό και οι 4ετίες σε ΑΕΚ, Μπολόνια και Βερόνα, στην οποία χρωστάω πολλά λόγω της στήριξης που είχα στην περιπέτεια του Δημήτρη».
Απορία πολλών βέβαια είναι το πώς και δεν έμεινε στην Ιταλία για να συνεχίσει καριέρα από άλλο πόστο, δεδομένης της αγάπης και της αποδοχής που γνώριζε και γνωρίζει… Λένε πως γύρισε στα πάτρια για να ‘ναι κοντά στην οικογένειά του μετά τον θάνατο του αδερφού του. Ο ίδιος λέει:
«Έπαιξε σίγουρα κι αυτό τον ρόλο του, αλλά πες με ρομαντικό ή όπως αλλιώς θέλεις. Ήθελα από πάντα να κλείσω φορώντας τη φανέλα της ΑΕΛ. Κι απ’ όταν «έφυγε» ο Δημήτρης ονειρευόμουν πάντα να ζήσω εκείνη τη στιγμή που πέτυχα το γκολ μέσα στο AEL FC ARENA και το αφιέρωσα σ’ εκείνον, σ’ εμάς, σ’ όσα είχαμε ονειρευτεί και ζήσαμε ή δεν ζήσαμε»!!!
Πριν την ΑΕΛ βέβαια υπήρξε το πέρασμα απ’ τον Παναιτωλικό που δεν θέλει να το θυμάται, καθώς όπως λέει κινδύνευσε σε μισή σεζόν να γκρεμιστεί ό,τι είχε χτίσει στην πολύχρονη καριέρα του, αντιμετωπίζοντας ακόμα απομεινάρια εκείνης της ιστορίας, η οποία χρησιμοποιείται εναντίον του ακόμα και από Λαρισαίους.
Είναι προφανές ότι πικραίνεται, αλλά απ’ την άλλη λέει πως οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν γνωρίζουν στην πραγματικότητα ποιος είναι, ποια είναι η σχέση του με τους «βυσσινί», ούτε καν πως είναι κι ο ίδιος Λαρισαίος!!!
Ο οποίος φυσικά, αντιμετωπίζοντας τόσα σκαμπανεβάσματα στη σχέση του με την σημερινή ΠΑΕ, μοιάζει ο πλέον κατάλληλος να περιγράψει το ιδιοκτησιακό καθεστώς και να ορίσει την προοπτική που έχει ή δεν έχει η ομάδα με την συγκεκριμένη διοίκηση…
«Παρότι φτάσαμε μια ανάσα από έναν τελικό Κυπέλλου κι αργότερα, το ’19, κάναμε Χριστούγεννα στην 4η θέση, είναι προφανές ότι στην ομάδα δεν υπήρχε ούτε σχέδιο ούτε προγραμματισμός, γιατί υπάρχουν άνθρωποι σε διάφορα πόστα που δεν αφήνονται ήσυχοι να δουλέψουν και να κριθούν γι’ αυτό. Βέβαια, αυτό συμβαίνει σε πολλές ελληνικές ομάδες, αλλά εδώ οι συμπεριφορές και οι δηλώσεις του προέδρου κάνουν ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Το γεγονός ότι δεν αντέδρασα όπως πολλοί θα περίμεναν, ήταν γιατί έπρεπε να προστατευτούν κι όλοι αυτοί που δεν έπαψαν να δουλεύουν στιγμή στο αγωνιστικό τμήμα. Ήταν πολλές ωστόσο οι στιγμές και το ξέρεις, που ο πρόεδρος ήθελε αλλά δεν είχε από εμάς την στήριξη που περίμενε στις πρακτικές του. Παρ’ όλα αυτά, κράτησε 5 χρόνια στη Λίγκα γιατί ήταν τυχερός που ένας κορμός Ελλήνων κυρίως παικτών, που ήξεραν που βρίσκονται και γιατί παλεύουν, έδινε μια σταθερότητα. Δεν μπορείς όμως να διώχνεις στα καλά καθούμενα τον Φατιόν και να τα ρίχνει ο ένας στον άλλον πρόεδρος και προπονητής, φέρνοντας στη συνέχεια ανέτοιμους παίκτες. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και μ’ εμένα, που άλλα μου ‘λεγε ο ένας κι άλλα ο άλλος. Κι έπειτα ο Γρηγορίου πήρε όλο το ανάθεμα και δεν έχει πει κουβέντα για όσα έχει ακούσει. Δεν πρέπει; Τέλος πάντων, ακόμα και στις ακραίες προσωπικές επιθέσεις που δέχτηκα προτίμησα να κρατήσω συγκεκριμένη στάση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως περιμένω κάτι ν’ αλλάξει. Αν πίστευα πως κάτι θ’ αλλάξει θα ήμουν ακόμα εκεί, στην ΑΕΛ, σ’ ένα απ’ τα πόστα που μου προτάθηκαν»!!!
Το βλέμμα του άστραψε όταν πάνω στην κουβέντα για την ΑΕΛ, του εμπιστεύτηκα τ’ όνειρό μου… Να την δω ως ομάδα SL1 να συνεργάζεται με τον Απόλλωνα της SL2 και τον Ηρακλή της Γ’ Εθνικής, σ’ ένα τριγωνικό χιλιόμετρο μεταξύ Μεζούρλου, Φιλιππούπολης και Νεάπολης, με Γενικό Διευθυντή τον Βενετίδη, Τεχνικό Διευθυντή τον Νταμπίζα και τις σειρές στην προπονητική Μόρα, Γκέκα, Βενέτη, όλοι με διεθνή καριέρα, γνώση και εμπειρίες στην στελέχωση των αγωνιστικών τμημάτων, για να σηκώσει η Λάρισα στον αέρα όλο το ελληνικό ποδόσφαιρο.
«Περιγράφεις κάτι ιδανικό – αποκρίθηκε – που με διάφορες μορφές το ‘χω σκεφτεί κι εγώ, περιλαμβάνοντας όλες τις ομάδες Γ’ Εθνικής του νομού. Για να εφαρμοστεί όμως θέλει την συναίνεση όλων των παραγόντων και δεν υπάρχει η σχετική κουλτούρα και ωριμότητα. Χάνονται λοιπόν χρόνια και ευκαιρίες, καθώς ακόμα συζητάμε για το αυτονόητο. Έχεις τον Παραφέστα τεχνικό διευθυντή; Δώσε μπάτζετ κι άφησέ τον να κάνει τις επιλογές για να κριθεί γι’ αυτές. Είπαμε όμως, αν πίστευα πως κάτι θ’ αλλάξει θα ήμουν ακόμη εκεί, όπως κι η πλειοψηφία του κόσμου, που δεν απομακρύνθηκε τυχαία απ’ το πλευρό της ομάδας»!!!
Αντί για… «εκεί» λοιπόν, ο Βαγγέλης Μόρας βρέθηκε να ξεκινάει διερευνητική καριέρα προπονητή στον ΠΟΕ, γιατί όπως λέει «βρήκα βασικές προϋποθέσεις και εφόδια να δουλέψω όπως θέλω, κάτι καθόλου αυτονόητο όχι μόνο στη Γ’ Εθνική, αλλά και στο επαγγελματικό μας ποδόσφαιρο».
Το οποίο όπως τονίζει «έχασε την ευκαιρία του 2004 αφήνοντας αναξιοποίητα τα παιδιά που στελέχωναν κι εκείνη αλλά και τις υπόλοιπες επιτυχίες της Εθνικής το ’10, το ’12 ή το ’14», της οποίας ήταν και ο ίδιος μέλος.
Γι’ αυτό και η κουβέντα που κάναμε σ’ αυτή την ενότητα πέρασε μεν απ’ τις λογικές και τις πρακτικές που ακολούθησαν στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ο Ρεχάγκελ κι ο Σάντος, αλλά κατέληξε στο «τιμ» του Μαντσίνι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης, Ιταλία και την παρέα των Βιάλι, Λομπάρντο, Σάλσανο και των υπολοίπων που τον πλαισιώνουν.
Ποιος ξέρει, ίσως η παρουσία του Ζαγοράκη στην προεδρία της ΕΠΟ να ‘ναι μια τελευταία ευκαιρία για κάποια πράγματα, όσο ο ίδιος ο Βαγγέλης Μόρας ανυπομονεί να περάσει η περιπέτεια της πανδημίας για να βάλει μπροστά τα επόμενα σχέδια του και για την οργάνωση #save_moras με την τεράστια ήδη προσφορά.
Κάτι τελευταίο… Αν νομίζετε πως διαβάζοντας όλα τα παραπάνω αντιληφθήκατε πλήρως το πνεύμα αυτής της συζήτησης, την ουσία των λεγομένων, αλλά και το μέγεθος της προσωπικότητας ενός ποδοσφαιριστή που επί 22 χρόνια έδινε τα πάντα μέσα κι έξω απ’ τους αγωνιστικούς χώρους, γελιέστε, όπως κι εγώ διαπίστωσα ξαναδιαβάζοντας το κείμενό μου.
Βρείτε χρόνο και ακούστε οπωσδήποτε το ηχητικό αρχείο που ακολουθεί: